ΚΡΑΥΓΗ
ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Η ΚΡΑΥΓΗ. Κραυγάζουμε.
Όταν γράφουμε ή όταν διαβάζουμε, εύκολα ξεχνάμε πως η αφετηρία δεν είναι ο λόγος αλλά η κραυγή. Μια κραυγή θλίψης, μια κραυγή τρόμου, μια κραυγή θυμού, μια κραυγή άρνησης μπροστά στον ακρωτηριασμό της ανθρώπινης ζωής από τον καπιταλισμό. ΟΧΙ.
Αφετηρία του θεωρητικού στοχασμού είναι η αντίθεση, η αρνητικότητα, η πάλη. Η σκέψη γεννιέται από τη οργή και όχι από την πρόταξη του λόγου, ούτε από τη στάση αυτού που «αναπαύεται και στοχάζεται τα μυστήρια της ύπαρξης», η συμβατική εικόνα του «στοχαστή».
Ξεκινάμε από την άρνηση, την ασυμφωνία. Η ασυμφωνία μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Μπορεί να είναι ένα άναρθρο ψέλλισμα δυσαρέσκειας, δάκρυα στέρησης, μια κραυγή οργής ή ένας λεοντόκαρδος βρυχηθμός. Μπορεί να είναι ένα αίσθημα ανησυχίας, μια σύγχυση, μια λαχτάρα, μια οριακή δόνηση.
Η ασυμφωνία μας προέρχεται από την εμπειρία μας, ωστόσο αυτή η εμπειρία ποικίλλει. Άλλοτε είναι η άμεση εμπειρία εκμετάλλευσης στο εργοστάσιο ή της καταπίεσης στο σπίτι, το άγχος στο γραφείο, η πείνα και η φτώχεια ή η κρατική βία και οι διακρίσεις. Άλλες φορές πρόκειται για η λιγότερο άμεση εμπειρία της τηλεόρασης, των εφημερίδων ή των βιβλίων που μας ωθεί να εξοργιζόμαστε. Εκατομμύρια παιδιά ζουν στους δρόμους αυτού του πλανήτη. Σε κάποιες πόλεις τα παιδιά του δρόμου δολοφονούνται συστηματικά, με τη δικαιολογία ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να ενισχυθεί ο σεβασμός στην ιδιωτική περιουσία. Το 1998, η περιουσία των 358 πλουσιότερων ανθρώπων στον κόσμο ξεπερνούσε το συνολικό ετήσιο εισόδημα του 45% του πληθυσμού της γης. Το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών διευρύνεται, όχι μόνον μεταξύ των χωρών αλλά και εντός αυτών. Οι χρηματιστηριακοί δείκτες ανεβαίνουν κάθε φορά που σημειώνεται αύξηση της ανεργίας. Φοιτητές φυλακισμένοι επειδή αγωνίζονται για δωρεάν εκπαίδευση, ενώ οι υπεύθυνοι για την εξαθλίωση εκατομμυρίων ανθρώπων συσσωρεύουν τιμές και ανέρχονται στα δημόσια αξιώματα του στρατηγού, του υπουργού Αμύνης, του προέδρου. Και θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πολλά άλλα παραδείγματα σε αυτόν τον κατάλογο. Είναι αδύνατον να διαβάσουμε μια εφημερίδα χωρίς να αισθανθούμε οργή, χωρίς να νιώσουμε πόνο. Σίγουρα μπορείτε να αναλογιστείτε κοντινές σας περιπτώσεις. Η οργή μας μεταλλάσσεται καθώς το ένα έγκλημα προστίθεται στο άλλο.
Αόριστα ίσως, αισθανόμαστε πως όλα αυτά που μας εξοργίζουν δεν είναι απομονωμένα φαινόμενα, ότι άρχει μια σχέση μεταξύ τους, ότι αποτελούν μέρος ενός κόσμου που έχει ψεγάδια, ενός κόσμου που είναι ελαττωματικός κατά κάποιο θεμελιώδη τρόπο. Βλέπουμε όλο και περισσότερους ανθρώπους να ζητιανεύουν στο δρόμο, ενώ τα χρηματιστήρια καταρρίπτουν νέα ρεκόρ ανόδου και οι μισθοί διευθυντών επιχειρήσεων ανεβαίνουν σε ακόμη πιο ιλιγγιώδη ύψη. Αισθανόμαστε ότι τα κακώς κείμενα του κόσμου δεν είναι απλώς τυχαία, αλλά αποτελούν μέρος ενός συστήματος με βαθιές αδικίες. Οι χολιγουντιανές ταινίες (απροσδόκητα ίσως) ξεκινούν σχεδόν πάντα με την απεικόνιση ενός κόσμου θεμελιακά άδικου, και στη συνέχεια μας καθησυχάζουν (λιγότερο απροσδόκητα) δείχνοντας πως η δικαιοσύνη για το άτομο μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την ατομική προσπάθεια. Ο θυμός μας δεν κατευθύνεται μόνο προς επιμέρους περιπτώσεις αλλά στρέφεται ενάντια σε ένα γενικότερο αίσθημα αδικίας, αισθανόμαστε ότι κάτι πάει στραβά με τον κόσμο, ότι ο κόσμος είναι κατά κάποιο τρόπο αναληθής. Όταν γινόμαστε μάρτυρες ενός φρικτού γεγονότος, τινάζουμε με τρόμο τα χέρια μας και λέμε: «Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό, δεν μπορεί να είναι αλήθεια». Ξέρουμε πως είναι αλήθεια, αλλά αισθανόμαστε ότι είναι η αλήθεια ενός κόσμου αναληθούς.
Πως θα ήταν ένας αληθινός κόσμος? Ίσως έχουμε σχηματίσει μια ασαφή ιδέα του: ένας κόσμος δικαιοσύνης, ένας κόσμος στον οποίο οι άνθρωποι θα μπορούν να σχετίζονται μεταξύ τους ως άνθρωποι και όχι ως πράγματα, ένας κόσμος στον οποίο οι ίδιοι οι άνθρωποι διαμορφώνουν τη ζωή τους. Ωστόσο δεν χρειάζεται να έχουμε διαμορφώσει μια εικόνα του πως θα ήταν ένας αληθινός κόσμος για να αισθανθούμε ότι αυτός που υπάρχει είναι εντελώς εσφαλμένος. Το ότι αισθανόμαστε πως ο κόσμος είναι άδικος δεν σημαίνει απαραίτητα πως έχουμε διαμορφώσει την εικόνα μιας ουτοπίας για να τον αντικαταστήσουμε. Ούτε σημαίνει απαραίτητα πως έχουμε σχηματίσει μια ρομαντική ιδέα του τύπου «κάποια ημέρα θα έρθει ο πρίγκιπάς μου» που υπονοεί ότι –παρόλο που ο κόσμος είναι εσφαλμένος σήμερα- κάποια μέρα θα φτάσουμε σε έναν αληθινό κόσμο, στη γη της επαγγελίας, στο αίσιο τέλος. Δεν χρειαζόμαστε καμιά υπόσχεση αίσιου τέλους για να δικαιολογήσουμε την απόρριψη ενός κόσμου που τον νιώθουμε εσφαλμένο.
Αυτό είναι το αφετηριακό μας σημείο: η απόρριψη ενός κόσμου που αισθανόμαστε ότι είναι εσφαλμένος, η άρνηση ενός κόσμου που τον νιώθουμε αρνητικό. Από εκεί πρέπει να πιαστούμε.
Όταν γράφουμε ή όταν διαβάζουμε, εύκολα ξεχνάμε πως η αφετηρία δεν είναι ο λόγος αλλά η κραυγή. Μια κραυγή θλίψης, μια κραυγή τρόμου, μια κραυγή θυμού, μια κραυγή άρνησης μπροστά στον ακρωτηριασμό της ανθρώπινης ζωής από τον καπιταλισμό. ΟΧΙ.
Αφετηρία του θεωρητικού στοχασμού είναι η αντίθεση, η αρνητικότητα, η πάλη. Η σκέψη γεννιέται από τη οργή και όχι από την πρόταξη του λόγου, ούτε από τη στάση αυτού που «αναπαύεται και στοχάζεται τα μυστήρια της ύπαρξης», η συμβατική εικόνα του «στοχαστή».
Ξεκινάμε από την άρνηση, την ασυμφωνία. Η ασυμφωνία μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Μπορεί να είναι ένα άναρθρο ψέλλισμα δυσαρέσκειας, δάκρυα στέρησης, μια κραυγή οργής ή ένας λεοντόκαρδος βρυχηθμός. Μπορεί να είναι ένα αίσθημα ανησυχίας, μια σύγχυση, μια λαχτάρα, μια οριακή δόνηση.
Η ασυμφωνία μας προέρχεται από την εμπειρία μας, ωστόσο αυτή η εμπειρία ποικίλλει. Άλλοτε είναι η άμεση εμπειρία εκμετάλλευσης στο εργοστάσιο ή της καταπίεσης στο σπίτι, το άγχος στο γραφείο, η πείνα και η φτώχεια ή η κρατική βία και οι διακρίσεις. Άλλες φορές πρόκειται για η λιγότερο άμεση εμπειρία της τηλεόρασης, των εφημερίδων ή των βιβλίων που μας ωθεί να εξοργιζόμαστε. Εκατομμύρια παιδιά ζουν στους δρόμους αυτού του πλανήτη. Σε κάποιες πόλεις τα παιδιά του δρόμου δολοφονούνται συστηματικά, με τη δικαιολογία ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να ενισχυθεί ο σεβασμός στην ιδιωτική περιουσία. Το 1998, η περιουσία των 358 πλουσιότερων ανθρώπων στον κόσμο ξεπερνούσε το συνολικό ετήσιο εισόδημα του 45% του πληθυσμού της γης. Το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών διευρύνεται, όχι μόνον μεταξύ των χωρών αλλά και εντός αυτών. Οι χρηματιστηριακοί δείκτες ανεβαίνουν κάθε φορά που σημειώνεται αύξηση της ανεργίας. Φοιτητές φυλακισμένοι επειδή αγωνίζονται για δωρεάν εκπαίδευση, ενώ οι υπεύθυνοι για την εξαθλίωση εκατομμυρίων ανθρώπων συσσωρεύουν τιμές και ανέρχονται στα δημόσια αξιώματα του στρατηγού, του υπουργού Αμύνης, του προέδρου. Και θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πολλά άλλα παραδείγματα σε αυτόν τον κατάλογο. Είναι αδύνατον να διαβάσουμε μια εφημερίδα χωρίς να αισθανθούμε οργή, χωρίς να νιώσουμε πόνο. Σίγουρα μπορείτε να αναλογιστείτε κοντινές σας περιπτώσεις. Η οργή μας μεταλλάσσεται καθώς το ένα έγκλημα προστίθεται στο άλλο.
Αόριστα ίσως, αισθανόμαστε πως όλα αυτά που μας εξοργίζουν δεν είναι απομονωμένα φαινόμενα, ότι άρχει μια σχέση μεταξύ τους, ότι αποτελούν μέρος ενός κόσμου που έχει ψεγάδια, ενός κόσμου που είναι ελαττωματικός κατά κάποιο θεμελιώδη τρόπο. Βλέπουμε όλο και περισσότερους ανθρώπους να ζητιανεύουν στο δρόμο, ενώ τα χρηματιστήρια καταρρίπτουν νέα ρεκόρ ανόδου και οι μισθοί διευθυντών επιχειρήσεων ανεβαίνουν σε ακόμη πιο ιλιγγιώδη ύψη. Αισθανόμαστε ότι τα κακώς κείμενα του κόσμου δεν είναι απλώς τυχαία, αλλά αποτελούν μέρος ενός συστήματος με βαθιές αδικίες. Οι χολιγουντιανές ταινίες (απροσδόκητα ίσως) ξεκινούν σχεδόν πάντα με την απεικόνιση ενός κόσμου θεμελιακά άδικου, και στη συνέχεια μας καθησυχάζουν (λιγότερο απροσδόκητα) δείχνοντας πως η δικαιοσύνη για το άτομο μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την ατομική προσπάθεια. Ο θυμός μας δεν κατευθύνεται μόνο προς επιμέρους περιπτώσεις αλλά στρέφεται ενάντια σε ένα γενικότερο αίσθημα αδικίας, αισθανόμαστε ότι κάτι πάει στραβά με τον κόσμο, ότι ο κόσμος είναι κατά κάποιο τρόπο αναληθής. Όταν γινόμαστε μάρτυρες ενός φρικτού γεγονότος, τινάζουμε με τρόμο τα χέρια μας και λέμε: «Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό, δεν μπορεί να είναι αλήθεια». Ξέρουμε πως είναι αλήθεια, αλλά αισθανόμαστε ότι είναι η αλήθεια ενός κόσμου αναληθούς.
Πως θα ήταν ένας αληθινός κόσμος? Ίσως έχουμε σχηματίσει μια ασαφή ιδέα του: ένας κόσμος δικαιοσύνης, ένας κόσμος στον οποίο οι άνθρωποι θα μπορούν να σχετίζονται μεταξύ τους ως άνθρωποι και όχι ως πράγματα, ένας κόσμος στον οποίο οι ίδιοι οι άνθρωποι διαμορφώνουν τη ζωή τους. Ωστόσο δεν χρειάζεται να έχουμε διαμορφώσει μια εικόνα του πως θα ήταν ένας αληθινός κόσμος για να αισθανθούμε ότι αυτός που υπάρχει είναι εντελώς εσφαλμένος. Το ότι αισθανόμαστε πως ο κόσμος είναι άδικος δεν σημαίνει απαραίτητα πως έχουμε διαμορφώσει την εικόνα μιας ουτοπίας για να τον αντικαταστήσουμε. Ούτε σημαίνει απαραίτητα πως έχουμε σχηματίσει μια ρομαντική ιδέα του τύπου «κάποια ημέρα θα έρθει ο πρίγκιπάς μου» που υπονοεί ότι –παρόλο που ο κόσμος είναι εσφαλμένος σήμερα- κάποια μέρα θα φτάσουμε σε έναν αληθινό κόσμο, στη γη της επαγγελίας, στο αίσιο τέλος. Δεν χρειαζόμαστε καμιά υπόσχεση αίσιου τέλους για να δικαιολογήσουμε την απόρριψη ενός κόσμου που τον νιώθουμε εσφαλμένο.
Αυτό είναι το αφετηριακό μας σημείο: η απόρριψη ενός κόσμου που αισθανόμαστε ότι είναι εσφαλμένος, η άρνηση ενός κόσμου που τον νιώθουμε αρνητικό. Από εκεί πρέπει να πιαστούμε.
John Holloway και για την αντιγραφή BeeHappy (τα έντονα δικά μου).
Ετικέτες κείμενα